εξάργματα

εξάργματα
ἐξόργματα, τα (Α) [εξάρχομαι]
τα πρώτα τεμάχια, τα μέλη που κόβονταν από το σώμα τού θύματος, τα ακρωτηριάσματα («ἥρως δ' Αἰσονίδης ἐξάργματα τάμνε θανόντος», [Απολλ. Ρόδ.]
κατά τον Σχολιαστή, «οἱ δολοφονοῡντες... ἀκρωτηριάσματά τινα ἐποίουν τοῡ ἀναιρουμένου
και ταῡτα λαβόντες ἐξήρτων τοῡ τραχήλου αὐτῶν» — βλ. και λ. μασχαλίσματα).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἐξάργματα — the first pieces cut from the victim s flesh neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • CAEDIM lustrandi et expiandi ritus — apud Athenienses, olini sollennis memoratur Lege illâ apud Demosthenem comra Macart. Τοὺς δ᾿ ἀπογινομένους εν τοῖς δήμοις οὓς ἄν μηδεὶς ἀναιρῆται, ἐπατγελλέτρα ὁ Δήμαρχος τοῖς προσήκουσιν ἀναιρεῖν καὶ θάπτειν καὶ καθαίρειν τὸν δῆμον τῇ ἡμέρα?, ᾗ… …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”